- font size decrease font size increase font size
Byzantine Didymoteicho
Κατά τη διάρκεια των Βυζαντινών χρόνων η σημασία της πόλης-κάστρου του Διδυμοτείχου διαρκώς αύξαινε λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης και του ισχυρότατου οχυρωματικού περιβόλου που την περιέβαλλε.
Η εξέχουσα αυτή σημασία της πόλης σημειώνεται από ξένους καθώς και βυζαντινούς συγγραφείς, όπως τον Γάλλο Γοδεφρείδο Βιλλαρδουϊνο ο οποίος στα 1205 αναφέρει ότι το Διδυμότειχο ήταν «η ισχυρότερη και μία από τις πλουσιότερες πόλεις» της Ρωμανίας (της αυτοκρατορίας).
Μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης στα 1261 το Διδυμότειχο ανάγεται στην πλέον σημαντική πόλη της Θράκης.
Γίνεται μάρτυς της γέννησης αυτοκρατόρων, όπως του Ιωάννη Γ΄του Βατάτζη , το Ιωάννη Ε΄του Παλαιολόγου, αλλά και των πλέον κρίσιμων γεγονότων των υστεροβυζαντινών χρόνων.
Αποτελεί την έδρα των αυτοκρατόρων Ιωάννη του Γ΄ Παλαιολόγου και του Ιωάννη του Στ΄ Καντακουζηνού κατά τη διάρκεια των δύο καταστροφικών εμφυλίων πολέμων του πρώτου μισού του 14ου αιώνα.
Είναι το ορμητήριο για τον αυτοκρατορικό στρατό και βάση για τις επιχειρήσεις του, χώρος υποδοχής των επίσημων ξένων, αλλά ταυτόχρονα και χώρος εξορίας των πλέον επικίνδυνων εχθρών του θρόνου της Κωνσταντινούπολης και αγαπημένος κυνηγότοπος των αυτοκρατόρων και στη συνέχεια των σουλτάνων.
Σήμερα το κάστρο διατηρείται στο μεγαλύτερο μήκος του, με τους 24 πύργους του, κάποιοι από τους οποίους φέρουν μονογράμματα βυζαντινών προσωπικοτήτων ή διακοσμητικά και συμβολικά μοτίβα.
Ακόμη μπορεί κανείς να επισκεφθεί τους μικρούς ναούς και τα αυτοκρατορικά παρεκκκλήσια, σε ένα από τα οποία αποκαλύφθηκαν πρόσφατα τμήματα τοιχογραφιών με μοναδικές παραστάσεις φτερωτών αυτοκρατόρων.
Στο μεταβυζαντινό ναό του Χριστού Σωτήρος ο επισκέπτης μπορεί να προσκυνήσει τη θαυματουργή αμφιπρόσωπη εικόνα της Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου «Δυμοτειχίτισσας» με την Σταύρωση στην οπίσθια όψη, ένα αυτοκρατορικό δώρο προς την πόλη, όπως επίσης και την έξοχη υστεροβυζαντινή εικόνα του Χριστού Παντροκράτορα.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι εκατοντάδες των τεχνητών, λαξευμένων στο βράχο σπηλαίων, τα οποία είχαν διαμορφωθεί από τους ίδιους τους βυζαντινούς κατοίκους του κάστρου ως βοηθητικά τμήματα των κατοικιών τους.